Select a blog entry
'Οποιος τρέχει μόνος του, τερματίζει πρώτος.
'Οσο είν' η βέργα τρυφερή, τη σιάζεις, όπως θέλεις.
-Φάε, σύντεκνε, ελιές! -Καλό 'ναι και το τυρί. -Φάε, κουμπάρε μου, ελιές. -Καλό 'ν' και το χαβιάρι
T' άρμενα στη Χίο και τα κουπιά στη Ρόδο
T' αδιάντροπου το πρόσωπο, ενα παρα δεν κάνει.
Άγιασαν τα νερά, πάν' τα παγανά.
Άγιε μου Γιώργη σώσε με, την αγαπάω σώσε.
Άγιος Δημήτρης έρχεται στα χιόνια φορτωμένος.
Άγιος που δε θαυματουργεί μήτε λιβάνι, μήτε κερί.
Άγιος που δε θαυματουργεί μηδέ δοξολογιέται.
Άγιος Σάββας σαβανώνει, Αγία Βαρβάρα μαρμαρώνει.
Άκουγε πολλά και λέγε λίγα.
Άλι στη βρύση,που θέλει κουβαλητο νερό!
Άλλα τα λαλούμενα κι άλλα τα νοούμενα.
Άλλοι θερίζουν κι η Γιαννούλα ασπρίζει
Άλλος αγαπά τη μαυρομάτα κι άλλος την τσιμπλομάτα.
Άλλος ανάβει τη φωτιά κι άλλος την ανεμίζει.
Άλλος το κοντό του κι άλλος το μακρύ του.
Άνθρωπο βλέπεις,καρδιά δεν ξέρεις.
Άνθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο.
Άνθρωπος χωρίς ανατροφή είναι δέντρο χωρίς κορμό.
Άρτζι, μπούρτζι και λουλάς.
Άρτσι-βούρτσι το 'λεγαν, λάχανα μαγείρευαν.
Αγάπα με μια οργιά,να σ' αγαπώ μια τριχιά.
Αγάπα με τσαμπί-τσαμπί, να σ' αγαπώ σταφύλι.
Αγάπα το συνάνθρωπό σου, όπως τον εαυτό σου.
Αγάπα,για να σ' αγαπούν και τίμα για να σε τιμούν.
Αγάπη και συγχώρεση πάντα μαζί βαδίζουν.
Αγάπη βράχους καταλεί και κάστρα ρίχνει κάτου και παλικάρια του σπιτιού τα ρίχνει του θανάτου.
Αγάπη δίνεις, αγάπη παίρνεις.
Αγάπη δίχως πείσματα δεν έχει νοστιμάδα.
Αγάπη που 'χα κι έχασα από την ανεμυαλιά μου, πρώτη μου αγάπη, αγάπη μου, δεύτερη σκοτεινιά μου.
Αγάπη που δεν παίρνεται, δεν πρέπει ν' αγαπιέται.
Αγάπη που πεισμάτωσε και αραμπά τουμπάρει.
Αγάπη του καλοκαιριού, να σ' είχα το Γενάρη.
Αγάπη χωρίς λεφτά, φουρτούνα στον ωκεανό.
Αγάπη, βήχας και παράς δεν κρύβονται.
Αγαπάω τον καλό μου και ζαλίζω το μυαλό μου.
Αγαπημένη είναι εκείνη που αγαπάς, ας είναι και αρκούδα.
Αγαπιούνται σαν τρυγόνια, πηγαίνουν μαζί σαν τρυγονάκια.
Αγαπώ θα πει αγαπάω κι όχι παίζω και γελάω.
Αγαπώ παιδί για κύρη και σκυλί για νοικοκύρη.
Αγγελική φωνή από γαϊδάρου στόμα.
Αγέρα θέλει ο καβγά
Αγέρας δίχως να φυσήξει, τα φύλλα δε σείονται
Αγιος που δε θαυματουργεί,λιβάνι δεν του καίνε.
Αγόρασε γουρούνι στο σακί.
Αγορά τοις μετρητοίς και φιλία διαρκής.
Αδέλφια ενωμένα, σπίτια ευτυχισμένα.
Αδελφέ μου και καλέ μου και ποτέ καλύτερέ μου.
Αδελφός αδελφό δε θρέφει, μα πάντα τον υποστηρίζει.
Αδελφός αδελφού βοήθεια.
Αδελφός έσφαξε, μα δεν έφαγε.
Αδελφός κι ας είν' κι οχτρός.
Αιθίωψ ου λευκαίνεται.
Ακάλεστος ο γάιδαρος στο γάμο τι γυρεύει;
Ακόμα δε βγήκε απ' τ αυγό του και παντρειά γυρευει
Ακόμα δε βγήκε απ' τ' αυγό του κι ως το μπόγι του μεγαλύτερα πράγματα φτάνει
Ακόμα δεν ήβγεν απού τ' αυγό και πετά στον ουρανό
Ακόμα δεν τον είδαμε Γιάννη τον φωνάζουμε.
Ακόμη δεν τον είδαμε και Γιάννη τον εβγάλαμε.
Ακριβή στη στάχτη και φτηνή στ' αλεύρι
Ακριβός στα λάχανα και φτηνός στο πιπέρι
Ακριβός στα λάχανα φτηνός στα παραπούλια
Ακριβός στα πίτουρα και φθηνός στις κότες
Αλάργα από πλώρη καραβιού και μουλαριού τον κώλο.
Αλί σε κείνον που δεν ξύνεται με τα νύχια του.
Άλλο να νογιώμαστε κι άλλο ν' αγαπιόμαστε.
Άλλο το να δεις κι άλλο το ν᾽ακούσεις.
Αλλος αγαπά τη μάνα κι άλλος αγαπά την κόρη.
Αλλού μιλάμε, αλλού βροντάμε!
Αλλού ο καλόγερος κι αλλού τα δισάκια του.
Αλλού ο παπάς κι αλλού τα ράσα του.
Αμα βρεις αρνί πνιγμένο, κάπου κει κοντά είν' ο λυκος
Αμα θέλω να σε βρίσω χίλιες αφορμές σου βρίσκω
Αμα σκοντάψει τ' άλογο, τύφλα τού λένε όλοι
Αμαθέστατος και αυθαδέστατος.
Αν αρτυθείς, να είν' αρνί, κι αν κλέψεις, να 'ν' λογάρι κι αν αγαπήσεις και καμιά, να τη ζηλεύει η γειτονιά.
Αν δε δώσεις, δεν αγιάζεις.
Αν δε δώσεις, δεν αγιάζεις.
Αν δε μαλώσουν δυο καιροί, δε βρέχει
Αν δε φας θεριό, δε θεριεύεις
Αν δεν ακούς, σ' ακούνε και αν δε θωρείς θωρούνε
Αν δεν αστράψει, δε βροντά κι αν δε βροντά, δε βρέχει
Αν δεν έχεις δόντια, δεν μπορείς να δαγκώσεις.
Αν δεν έχεις ότι αγαπάς αγάπα ότι έχεις.| ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Αν δεν πειράξεις το γάιδαρο, δεν κλάνει
Αν ένα φίδι σ' αγαπά, κάνε το συ βραχιόλι.
Αν είχε η μάνα μου αλεύρι, θα 'φτιαχνε ψωμί.
Αν ήξερε καθένας πότε θα πεθάνει θα ᾽κανε τον τάφο του μόνος του.
Αν μ' αγαπάει ο άντρας μου, τση μοίρας μου έχω χάρη κι αν μ' αγαπάει κι άλλος κανείς,το χω κρυφό καμάρι.
Αν φτύσεις τον ουρανό, Φτεις τα μούτρα σου κι αν φτύσεις τη γη, φτύνεις τα πόδια σου.
Ανάθρευε όφι το χειμώνα, να σε φάει το καλοκαίρι.
Ανάμεσα στο νύχι και στο κρέας τίποτα δε χωράει
Ανάρια ανάρια όπου αγαπάς, πολύ να σ' αγαπάνε.
Ανάρια- ανάρια το φιλί, για να ’χει νοστιμάδα.
Αναθεμα που πίστευε των αδελφών την αμάχη.
Αναιμικό γαϊδούρι ή του λύκου ή του ψόφου
Ανακατεύτηκε η φακή με τα μαγειρεμένα.
Ανακατωμένος ο ερχόμενος.
Ανάρια ανάρια το φιλί για να έχει νοστιμάδα.
Άναψαν τα αίματα.
Ανθρωπος ξετσίπωτος, γάιδαρος αδέσποτος.
Ανθρωπος χωρίς αγά μοιάζει στάχυ δίχως σπόρους.
Ανθρωπος χωρίς γνώση σώμα χωρίς ψυχή.
Ανώφελο το πότισμα, σαν ξεραθεί το δέντρο
Απ' αγαπά γνωρίζεται, αν είναι και δεσπότης.
Απ' αγαπά γνωρίζεται, γιατί κατηγοράται τρώει, πεινά, πίνει, δινα θέτει και δεν κοιμάται
Απ' αγαπά δεν ντρέπεται, μηδέ και δε φοβάται.
Απ' αγαπά, γνωρίζεται απ' την πορπατηξιά του.
Απ' τα χείλη πηγαδιού δε λείπει πρασινάδα κι αγάπη δίχως πείσματα, δεν έχει νοστιμάδα.
Απ' τη φωτιά στα κάρβουνα.
Απ' την αγάπη του καλού μου, δεν τον είδα πως είχεγένια,
Απής η γριά γκαστρώθηκε, εσφιχτομανταλώθηκε
Άπιαστα πουλιά,χίλια στον παρά και τα πιασμένα ένα παρά ένα.
Απο τα χείλη πηγαδιού δε λείπει πρασινάδα κι αγάπη δίχως πείσμτα δεν έχει νοστιμάδα.
Άπο την κούνια ως το φέρετρο όλα είναι αβέβαια.
Από άγνοια κάνουμε λάθη κι απ' τα λάθη διδασκόμεθα.
Από κάθε πουλί δεν τρως κρέας
Από κακό βαρέλι ξινό κρασί | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Από μεγάλη αγάπη έρχεται κι ο πικρός πόνος.
Από μια σπίθα γίνεται μεγάλη πυρκαγιά...
Από πα τ' αρδάχτι μου και από κει το σφεντύλι μου.
Από τα μάτια η αγάπη πιάνεται.
Από τα μάτια πιάνεται, στα χείλη κατεβαίνει κι από τα χείλη στην καρδιά ριζώνει και δε βγαίνει.
Από τα χείλια του κρέμεται.
Από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη.
Από τον Αννα στον Καϊάφα.
Αποθανε, να σ' αγαπώ και ζηέ να μη σε θέλω.
Απ᾽ το πιάτο ως το στόμα το ζουμί μπορεί να χυθεί.
Απ’ τα χείλη βγαίνει ο λόγος και σε χίλιους καταντάει.
Αργοκίνητο καράβι, κάθε χρόνο ένα ταξίδι.
Ας μ' αγαπά ο πίσκοπος κι ας με μισούν οι διάκοι.
Αταίριαστο ζευγάρι, χέρσο χώράφι
Αυτά που γελούσαμε τα λουστήκαμε.
Αυτός τα 'χει μεσάνυχτα τώρα το μεσημέρι.
Άφησε την προβια και το μαλλί σου φτάνει.
Αφησε το γάμο και πήγε για πουρνάρια.
Αφορμή ζητά ο Χάρος, να καλέσει τον κουμπάρο
Αφού έχεις τσιμπίδα, γιατί πιάνεις τα κάρβουνα με τα χέρια;
Αφού την έπαθε η γριά, τότε κλείδωσε την πόρτα
Αφρίζει, ξαφρίζει, με τον παρά μου το 'χω.
Βάζει φωτιά στο δάσος και κοιτάζει από μακριά.
Βάλανε το λύκο να φυλάει τα πρόβατα
Βάλανε τον λύκο να φυλάει τα πρόβατα.
Βγάζει την ουρά του απέξω.
Βγάλ' τη σκούφια σου και βάρα με.
Βλάχος τσοπέλης κι αν γενεί, πάλι βλαχιά μυρίζει.
Βόδι εγεννήθηκες, βόδι και θα πεθάνεις.
Βόδι ήτανε, βόιδι έμεινε.
Βοήθαμε, να σε ξαναγκρεμίσω.
Βράζει το αίμα του.
Βράζει-βράζει το τσουκάλι μα μια μέρα θε να σπάσει.
Βρέχει ο Θεός και φταίν' οι μύγες.
Βρήκε η νύφη το υνί πίσω από την πόρτα.
Γάιδαρος είν' ο γάιδαρος, ανέ φορά και σέλα.
Γάιδαρος που δε μποδίζει, άφησέ τον κι ας γκαρίζει.
Γαϊδάρου λύρα έπαιζαν κι αυτός τ' αυτιά του εκίνα.
Γαϊδουρivα μούτρα, βασιλική ζωή.
Γαϊδουρινά μούτρα, ανθρώπινη ζωή.
Γαϊδουρινό πρόσωπο, ζωή χαρισάμενη.
Γαργάλας κάποιο άγαλμα.
Γέμισε η γελάδα την καρδάρα και μετά την κλότσησε.
Για μαύρα μάτια κυνηγά...για σκοτωμό γυρεύει.
Για την αγάπη ενός τριαντάφυλλου ο κήπου.
Για το καρφί χάνεται το πέταλο, για το πέταλο τ' άλογο.
Για του παπά τ' αμπέλι μη σε μέλει.
Γιάννης πήγες, Γιάννης ήρθες.
Γλώσσα παππούτσι αλλά μυαλό κουκούτσι.
Γουρούνι στο σακί, φτου να μην αβασκαθεί.
Γράφ' τα, κλάφ' τα.
Γύφτικο σπίτι καίγεται και ποιος το λογαριάζει.
Γυναίκα και μετάξι μην αγοράζεις ποτέ με το χερί.
Δανεικά και αγύριστα.
Δε δίνει έναν παρά.
Δε με ενδιαφέρει ποια είναι τα λόγια σου, μ’ ενδιαφέρει πού είν’ τα πόδια σου.
Δε με θέλεις μια οργιά, δε σε θέλω μια τριχιά.
Δε με νοιάζει για αέρα, που δεν μπαίνει στα πανιά μου.
Δε μου κάνει ούτε κρύο ούτε ζέστη.
Δε μου καίγεται καρφί.
Δέκα ν’ ακούς κι ένα να λες.
Δές το γαϊδούρι κι ας το φαει ο λύκος.
Δεν έχει τσίπα επάνω της ή Δεν έχει τσίπα στο πρόσωπο.
Δεν είναι για τα δόντια σου
Δεν είναι της γούνας μου μανίκι.
Δεν είναι το πηγάδι βαθύ, αλλά το σκοινί κοντό.
Δεν είναι κέθε μέρα Πασχαλιά.
Δεν εξασφαλίζεται η αγάπη με συμβόλαιο.
Δεν ιδρώνει το αυτί του.
Δεν μπορεί να βαρέσει το γάιδαρο και βαράει το σαμάρι
Δεν ξέρει πού πάν' τα τέσσερα.
Δεν πουλιέται το τομάρι, προτού σκοτωθεί η αρκούδα.
Δεν σου πέφτει λόγος.
Δίνει του σκύλου άχυρα και του γαιδάρου κρέας
Δυο αδέλφια μάλωναν κι οι εχθροί τους χαίρονταν.
Δυο καρδιές αν γίνουν ένα, κι ο στάβλος Παράδεισος τους φαίνεται.
Δυο πέτρες αν δε μονάσουν, αλεύρι δε βγάζουν.
Έκατσε η τσουκάλα και γέμησε η κουτάλα.
Έκατσε η τσουκάλα και γελάει η κουτάλα.
Έμαθε σαν το σκυλί στο μακελειό.
Έμπα αγκάθι, έμπα αφορμή
Ένα λαμπερό κάρβουνο μπορεί να σκεπαστεί από στάχτη. Ένα αστέρι ποτέ!
Έριξε τ' αυτιά στον ώμο.
Έχει ο γέρος νοσοκόμα; Πληρωμένη αγάπη έχει.
Έχει ο τοίχος αυτιά κι ο δρόμος μάτια.
Εάν δεν έχει το καντήλι λάδι, άναβέ το όσο θελεις
Έβρες τολουλουδο να πάρεις μέλι!
Έγινε σαν τον Άγιο-Ονούφριο.
Εγώ αιτία γύρευα και αφορμή εβρήκα
Εγώ γελάω δώδεκα και δεκατρείς εμένα.
Εγώ λέω, εγώ ακούω.
Εγώ σε 'μαθα να κολυμπάς κι εσύ θέλεις να με πνίξεις.
Εγώ τα λέω, εγώ τ ακούω.
Εδιάλεξες τον Αγιο, ν' ανάψεις το κερί σου
Εδιώξαμε την αλεπού και μπήκε το λιοντάρι
Εδώ καράβια χάνονται, βαρκούλες αρμενίζουν.
Εδώ καράβια χάνονται, βαρκούλες αρμενίζουν.
Εδώκαμε πέντε και τον αγοράσαμε, δίνομε εκατό και δεν μπορούμε να τον πουλήσουμε
Είναι δεινό το αγαπάν, δεινό το αγαπασθαι.
Είναι καπετάνιος του γλυκού νερού...
Είχε ο φρόνιμος χουλιάρι κι έτρωγε ο ζουρλός μ' εκείνο.
Είναι δυσκολότερο να κρατήσεις τ᾽αγαθά, παρα να τ᾽αποκτήσεις.
Είσαι για τον Άγιο-Αντώνη.
Εκεί που δε σε τρώει, μη ξύνεσαι αδίκως
Εκεί που πολυαγαπάς να μην που πηγαίνεις, γιατί θε να σε βαρεθούν κι ύστερα τι θα γένεις.
Εκείνος που αγαπά το τριαντάφυλλο, πρέπει να φοβάται τ' αγκάθια του.
Εκείνος που αγοράζει στον κατάλληλο καιρό έχει κάτι στην ανάγκη .
Έλα να’ μαστε τα δυο μας κι ας ρημάξει το χωρίο μας.
Ελιά στα ξένα πρόβατα, στα ξένα χειμαδιά.
Εμαζεύτηκαν οι κάργες κι έκαμαν τον κούκο αφέντη
Εμείς μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε.
Εμείς οι Βλάχοι, όπως λάχει.
Εννιά έχει ο μήνας και δεκατρείς ο χρόνος.
Εννιά μήνες σε βάσταξε η μάνα στην κοιλιά της κι εσύ δεν τη βαστάς στιγμή εις τα γεράματά της;
Έπεσε η ζάχαρη στο μέλi και κατι τρέχει.
Εσύ με το ψαλίδι κι αυτός με το τσεκούρι.
Εύκαιρο μαντρί, γεμάτο λύκους.
Εύκολος ο λόγος δύσκολη η πράξη.
Ευκολότερο είναι ν' αγοράζεις, παρά να πληρώνεις.
Έφτασε ο κόμπος στο χτένι.
Έφτασε πια το μαχαίρι στο κόκαλο.
Έφτασε το καρφί στο πέταλο.
Ζύγιασε και χάριζε, μα βερεσέ μη δίνεις.
Ζωή κι αγάπη και οι δυο τι ταιριαστό ζευγάρι, είν' η αγάπη λούλουδο κι είν' η ζωή κλωνάρι.
Η αγάπη γεννά αγάπη.
Η αγάπη είναι δροσιά τ' ουρανού, που σταλάζει στην καρδιά.
Η αγάπη είναι η πιο γλυκιά τυραννία, γιατί το μαρτύριό της το υποφέρουμε πρόθυμα.
Η αγάπη είναι θάλασσα κι από ναυάγια ξέρει.
Η αγάπη είναι πουκάμισο από φωτιά.
Η αγάπη ζητιάνα, η καρδιά σουλτάνα.
Η αγάπη και η αρετή είναι στον ίδιο σάκο.
Η αγάπη και η φτώχεια δύσκολα κρύβονται.
Η αγάπη καίει, το βάσανο μιλάει.
Η αγάπη πέφτει και σε αχυρένια και σε πουπουλένια στρώματα.
Η αγάπη πληρώνεται μόνο με αγάπη.
Η αγάπη πύργους καταλεί και κάστρα ρίχνει κάτα.
Η αγάπη της αποκριάς πεθαίνει τη Σαρακοστή.
Η αγάπη χωρίς μάλωμα μουχλιάζει.
Η αγάπη και το μίσος δεν βαστούν πολύ καιρό.
Η αγάπη πύργους κυνηγα και κάστρα ρίχνει κάτω.
Η αγάπη ψωμί δε φέρνει
Η αλεπού είχε εργάτες κι εκείνη ακριδολόγαγε.
Η βερεσέ η κλειδαριά την τρώει του σπιτιού τη πόρτα.
Η γη καταποντίζεται κι η Μάρω καθρεπτίζεται.
Η γριά δεν είχε διάολο κι αγόρασε γουρούνι.
Η γριά σφεντόνα έφτιαχνε, όταν τα σύκα τέλειωναν
Η δεύτερη αγάπη είναι σαν τα ξαναζεσταμένα λάχανα.
Ή θα βρέξει ή θα χιονίσει ή καλό καιρό θα κάνει.
Η θάλασσα είναι γαλανή μα ο αέρας την μαυρίζει.
Η θερμή αγάπη φέρνει πικρό πόνο.
Η κοροϊδία συγχωρείται δυσκολότερα από τη βρισιά.
Η κουβέντα του δεν έχει αλάτι.
Η μέρα έχει μάτια κι η νύχτα αυτιά.
Η μύγά σέρνει τ᾽άντερο ή τ᾽άντερο τη μύγα.
Η ξενιτιά κι η ορφανιά, η πίκρα κι η αγάπη τα τέσσερα ζυγίστηκαν βαρύτερη είν' η αγάπη.
Η πραμάτεια θέλει μάτια.
Η προσταγή σου λάχανα κι ο ορισμός σου αγγούρια.
Η πρώτη αδελφή παντρεύει και τις άλλες.
Η σιωπή μου προς απάντησή σου.
Η φωτιά και το νερό δε συμπεθεριάζουν.
Η φωτιά και το νερό, παίρνουν σβάρνα το χωριό.
Ήρθαν τα Νικολοβάρβαρα.
Ηταν λίγο το ζουμί, το 'πιε κι η γάτα κι απόμεινε.
Ηύρες Αγιο, να πάρεις λιβάνι
Θέλει κι ο μούτσος μας καφέ κι ο αράπης κομπολόι.
Θέλεις θέριζε και δένε, θέλεις δένε και κουβάλα.
Θέλετε δέντρα ανθίσετε, θέλετε μαραθείτε.
Θρέψε κόρακα, για να σον βγάλει το μάτι.
Θυμός αδελφού, θυμός διαβόλου.
Κάθε αγώνας έχει και τα φλάμπουρά του.
Κάθε ξύλο έχει τον καπνό του.
Κάθεται η τσιμπλού στην στράτα και γελάει τη μαυρομάτα.
Κάθεται πάνω σ' αναμμένα κάρβουνα.
Κάθεται στα βελόνια και στ' αγκάθια.
Κάθεται σ’ αναμμένα κάρβουνα.
Κάλλιο αργά, παρά ποτέ
Κάλλιο γέρος μαθητής, παρά γέρος κι αμαθής.
Κάλλιο λάχανα κι ειρήνη, παρά μπακλαβά και γκρίνια.
Κάλλιο λάχανα με γλύκα, παρά ζάχαρη με πικρα.
Κάλλιο μακριά κι αγαπημένοι, παρά κοντά και μαλωμένοι.
Κάλλιο παράκαιρα, παρά καθόλου
Κάλλιο τυφλός, παρά να βλέπεις άσχημα.
Κάλλιο ψωμί και κρεμμύδι και μ' εκείνον που αγαπώ.
κάνει στραβά μάτια και κουφά αυτιά.
Κάτσε κάτω, πεταλούδα, μη σε φάει το χελιδόνι.
Καημό που το χει η γύφτισσα, που εκάει το βαμβάκι.
Κάθε μέρα δεν είναι τ᾽Αη-Γιώργη.
Και μου τα 'ψαλλε και μου τα έσυρε.
Και οι τοίχοι έχουν αυτιά.
Και στη θάλασσα άμμο δε βρίσκει...
Και τα βαριά και τα λαφριά στον γάιδαρο απάνου.
Και χατζής ο διάβολος να γίνει, πάντα διάβολος θα μείνει.
Καινούργια αγάπη έπιασα, παλιά μου στάσου πίσω.
Καινούργια αγάπη έπιασες, παλιά μη λησμονήσεις, γιατί θε να 'ρθει ένας καιρός και θα μετανοήσεις
Καινούργια αγάπη και παλιά με βάλανε στη μέση, γυρίζω βλέπω την παλιά, καινούργια δε μ' αρέσει.
Καινούργια αγάπη και παλιά με βάλανε στη μέση, παίξε καινούργια τση παλιάς μιαν αμπωχτια να πέσει.
Καινούρια αγάπη χάνεται, παλιά δε λησμονιέται.
Καλή είναι η αγάπη αλλά δεν μπαίνει στο πιάτο.
Καλόγερος αγράμματος,γουρούνι κουρεμένο.
Καλομελέτα κι έρχεται.
Καλύτερα βρύση,παρά στέρνα.
Κάνε το καλό και ρίξτω στο γυαλό.
Κανείς δεν ξέρει τι μαγειρεύει του αλλουνού το τσουκάλι.
Καπνός χωρίς φωτιά δε γίνεται | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Καπνός χωρίς φωτιά δεν υπάρχει...
Καρφί δεν του καίγεται.
Κειόν, π' αγαπάς πολύβριζε κείον που μισείς χαιρέτα, και κειόνε που 'χεις στην καρδιά συχνά πυκνά μελέτα.
Κεφάλ’ αγύριστο θέλει διπλό χαλινάρι.
Κι αν στρέψω πίσω, ντρέπομαι κι αν πάω εμπρός,φοβούμαι.
Κι αν στρέψω πίσω, ντρέπομαι κι αν πάω μπρος, φοβάμαι.
Κι έτσι κακό χερόβολο κι αλλιώς κακό δεμάτι.
Κι ο άγιος φοβἐρα θέλει.
Κόρες κι αδερφές ανύπαντρες κακό ζαλίκι για το σπίτι.
Κοίταξε εκείνο το βουνό, πώς άνανε και καίει κάποιος αγάπη έχασε και κάθεται και κλαίει.
Κοιλιά γεμάτη, αυτιά δεν έχει.
Κοντός λογαριασμός, μακριά αγάπη.
Κουφό του πειρασμού το αυτί.
Κρατά τα δράμια και χάνει τα καντάρια.
Κρύα χέρια ερωτευμένα και ζεστά βασανισμένα.
Κώλο μικρό δεν έδειρες, μεγάλο δεν ορίζεις.
Λιάζει η αρκούδα τη ράχη της, λιάζει και τα παιδιά της.
Λίγο πράμα και πολυ αγάπη.
Λόγια της καραβάνας...
Λόγο και πέτρα πέταξες δε θα τα ξαναπιάσεις.
Μ' έκαμε η μάνα μου να μοιάσω του κυρού μου.
Μ' ένα δάχτυλο δουλειά δε γίνεται.
Μ' ένα μονάχα δάχτυλο η ψείρα δεν πιάνεται.
Μάθαινε τρόπους από κείνους που έχούν
Μαζεύτηκαν πολλοί μουστερήδες.
Μακριά απ' τον κώλο μας κι όπου θέλει ας είναι.
Μακριά από μένα κι ας γένει στην Αίγυπτο σουλτάνος.
Μασάει τα λόγια του
Μασάει τα λόγια του.
Με κούφια καρύδια πίτα δε γίνεται.
Με λίγα λόγια σακί δε γεμίζει.
Με μια μέλισσα μέλι δεν κάνεις.
Με μια πέτρα σπίτι σιάζω και μ' αγάπη κόσμο σιαζω.
Με τα λόγια χτίζει ανώγεια και κατώγεια.
Με το στόμα μπάρα - μπάρα με τα χέρια κουλαμάρα.
Μέτρα τα λόγια σου...
Μεγάλα καράβια, μεγάλες φουρτούνες.
Μεγάλα λόγια, μικρά πράγματα.
Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μη λες.
Μετά τα βαφτίσια παρουσιάζονται πολλοί vovoί
Μη δένεις γάιδαρο στη θέση του αλόγου
Μη δίνεις δέρμα για ένα πράγμα που μπορείς, να το πληρώσεις με μαλλί.
Μη καμαρώνεις άνοιξη, με τα πολλά λουλούδια, ένας αέρας φύσηξε και δε σου έμεινε ούτε ένα.
Μη ρίχνεις λάδι στη φωτιά.
Μη φέρνεις τη μουστάρδα μετά το φαγητό
Μη φυτρώνεις εκεί που δε σε σπέρνουν.
Μήδ' όρνιθες έχω, μήτε την αλεπού μαλώνω.
Μήτ' αμπέλια έχω στα βουνά μήτε με τους λαγούς καβγά.
Μήτ' αμπέλια έχω στα βουνά μήτε με τους λαγούς καβγά.
Μήτε στ' αντρόγυνα χολή, μήτε στ' αδέλφια αμάχη.
Μήτε το οπίσω βλέπει, μήτε το εμπρός κοιτάζει.
Μήτε νύχτα χωρίς μέρα μήτε νιος χωρίς αγάπη.
Μίλα μας και μη μας αγαπάς.
Μια ψωριάρικη γκαμήλα σηκώνει πολλών γαιδάρων φόρτωμα.
Μικρή τρύπα βουλιάζει μεγάλο καράβι | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Μικρή τρύπα βουλιάζει μεγάλο καράβι.
Μικρό καράβι παίνευε, μεγάλο καβαλίκευε...
Μικρός δεν έμαθες, μεγάλος μην ελπίζεις.
Μόνο δυο μέτρα γης παίρνει ο καθείς στον Αδη.
Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι.
Μου κόπηκε το αίμα.
Μου τα ’ψαλλε ή μου τα έσυρε
Μου ’ριξε στάχτη στα μάτια.
Μπάτε, σκύλοι αλέστε και αλεστικά μη δίνετε.
Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.
Μπροστά πύρα κι από πίσω κλαδευτήρα.
Μ᾽έγραψες, με γράφεις.
Να 'σαι καπέλο να σ’ αγοράσω, μυαλό δεν μπορώ.
Ξένο τρέφεις, λύκο τρέφεις κι αν πεινάσει θα σε φάει
Ξένος και τυφλός,στραβοί κι οι δυο τούς.
Ξέρει ο γύφτος τι 'ν' το μέλι;
Ξέφυγα τον κεραυνό κι έπεσα στην αστραπή.
Ξερά σκατά στον τοίχο δεν κολλάνε...
Ξύνει τα νύχια του για καβγά | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Ο άνθρωπος από μόνος του μισιέται ή αγαπιέται.
Ο αγράμματος άνθρωπος είναι σαν αγυαλιστός καθρέφτης.
Ο αγράμματος και ο στραβός την ίδια τύχη εχουν.
Ο αγράμματος μοιάζει με δέντρο που δε βγάζει καρπούς.
Ο αδελφός είναι ο φίλος που μου έδωσε η φύση.
Ο αδελφός θέλει να είναι η αδελφή τον πλούσια, παρά να την κάνει αυτός.
Ο Αδης έχει βαρμούς, μα βγαρμούς δεν έχει.
Ο βερεσές απόθανε.
Ο γυμνός κάτι θα κρύψει, ο ξετσίπωτος τίποτα.
Ο διάκος διψά, βάλτε του δεσπότη να πιεί.
Ο έξυπνος αν γελαστεί για λίγο δε γελιέται.
Ο έρωτας είναι σαν το φως που μου θαμπώνει τα μάτια και μου κρύβει τα ελαττώματα σου.
Ο έρωτας είναι τυφλός κι ανοιχτομάτες πιάνει.
Ο έρωτας είναι σαν το φρέσκο αυγό,ο γάμος σαν το καλοβρασμέμο και το διαζύγιο σαν το σπασμένο.
Ο έρωτας περνάει απ᾽το στομάχι.
Ο Θεός για τον αδελφό έφτιαξε αδελφό, μα τους έβαλε να ζουν χωριστά.
Ο Θεός για τον αδερφό έφτιαξε αδερφό, μα τους κουμπαράδες τους χωριστά τούς έφτιαξε
Ο θεός μας δίνει τα καρύδια, όχι όμως και σπασμένα.
Ο κάμπος έχει μάτια κι ο λόγκος έχει αυτιά.
Ο καλός λόγος δεν κοστίζει τίποτα.
Ο καλός λόγος δεν κοστίζει τίποτα.
Ο καλός λόγος έξοδα δεν έχει κι αποδίδει πολλά.
Ο καλός λόγος χορταίνει κι όχι το καλό φαΐ.
Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται.
Ο κοντός κι ο ανήξερος το ίδιο πράγμα είναι.
Ο κόσμος είναι στρογγυλός και σαν τροχός γυρίζει και άλλος βγαίνει στα ψηλά κι άλλος κατηφορίζει.
Ο λόγος έχει αντίλογο.
Ο λόγος σου με χόρτασε και το φαΐ σου φάτο.
Ο λύκος πρόβατο δε γίνεται.
Ο μικρός ο Αγιος δοξολογία δεν έχει.
Ο ξένος κι αν σε χαίρεται, λίγο σε καμαρώνει.
Ο πατέρας έδωσε στο παιδί του αμπέλι και το παιδί δεν έδωσε στον πατέρα σταφύλι.
Ο πετεινός πουλιά δεν τρέφει.
Ο πικρός πόνος έρχεται απ' τη μεγάλη αγάπη.
Ο πονηρός στα λόγια του πολύ πιπέρι βάζει.
Ο ποταμός δεν αυξάνει,αν δε θολώσει | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Ο,τι βλέπεις είναι αληθινό, ό,τι ακούς μπορεί
Ο,τι βρήκα θα τ' αγαπήσω, ό,τι έχασα θα το λησμονήσω.
Ο,τι κάνεις τ' αδελφού σου, είναι κέρδος του σπιτιού σου.
Όλοι κάνουν σφάλματα, οι μεγάλοι τ’ αναγνωρίζουν.
Όλοι κούτσουρα κι αυτός δαυλί.
Όλοι μαστόροι γίνονται στην τέχνη κάθε άλλον.
Όποιον αγαπούμε πιο πολύ, τον ταλαιπωρούμε τελευταίο.
Όποιον δεν αγαπούν και τα χνώτα του βρομούν.
Όποιον δεν τον αγαπούν και τα χνώτα του βρωμούν.
Όποιος αγοράζει το παραπανίσιο θα πουλήσει το χρειαζούμενο.
Όποιος γίνεται πρόβατο, τον τρώει ο λύκος.
Όποιος δε θέλει χάρχαλο χτυπήματα, χαλκιά γείτονα δεν κάνει | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Όποιος δε φάει σκόρδα, σκορδίλα δε μυρίζει | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Όποιος δεν έχει δόντια να δαγκώσει, τον τσαλαπατούν.
Όποιος δεν είδε κάστρο, φούρνο βλέπει, κάστρο λέγει.
Όποιος δεν κοκκινίζει από τα λάθη του είναι σαν να τα επαναλαμβάνει δυο φορές.
Όποιος δεν ξέρει να γδάρει, χαλά το κρέας και το τομάρι
Όποιος έχει το αλέυρι στο σακί, έχει την γνώση.
Όποιος έχει αγκάθι στο πόδι, κουτσαίνει | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Όποιος έχει στάρι, έυκολα βρίσκει δανεικό αλεύρι.
Όποιος έχει τέσσερα μάτια αγοράζει σιτάρι, όποιος έχει δύο αλεύρι κι ο στραβός ψωμί.
Όποιος κλέβει απ’ το λαό, τιμωρείται απ’ το Θεό.
Όποιος κρυφακούει, τις δικές του πομπές ακούει.
Όποιος με γελάσει μια φορά ανάθεμα το κεφάλι του.
Όποιος με γελάσει μια φορά, ανάθεμα το κεφάλι του.
Όποιος μιλάει σπέρνει κι όποιος ακούει θερίζει.
Όποιος πάει στο δάσος να κυνηγήσει θα γελαστεί.
Όποιος παίζει με τη γάτα, πρέπει να υπομένει τα γρατσουνσματά της | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Όποιος περιττά αγοράζει, τα αναγκαία θα πουλήσει.
Όποιος σκοντάφτει στον ίσιο δρόμο, αλίμονό του στο βουνό.
Όπου γάμος και παράς, να κι ο Γιάννης ο Καράς.
Όπου γάμος και φαΐ δέξου και τον κυρ-Κωστή.
Όπου φτάνει το χέρι σου, να κρεμάς το καλάθι σου.
Όσο να βρω το Γιάννη,χάνω τον κυρ-Γιάννη
Όσο χαμηλά κι αν η φωτιά, πάντα καπνός θε να βγαινει | to_giagiopoulo®
Όταν αποκαεί το σπίτι, όλοι φέρνουνε νερό
Όταν βλέπω να θερίζουν, τότε μου ρχεται να σπείρω
Όταν η γάτα δε φτάνει τα ψάρια, τα φτύνει.
Όταν κλάνει ο άρχοντας ο λαός το παρακάνει.
Όταν κλέβουνε μην κλέβεις κι όταν κλεφτογυρεύουνε, μη φοβάσαι.
Όταν οι άλλοι αποτρυγούν, εγώ κοφίνια πλέκω
Οθε βλέπεις πολλή αγάπη, πάντεχε και πολλή αμάχη.
Οι αετοί δεν πολεμούν με τους βατράχους.
Οι μικρές μύγες κάνουν τα μεγάλα γαϊδούρια vα κλοτσάνε | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Οι νύχτες με τ' αυτιά ντωνέ και οι μέρες με τα μάθια.
Οι πολλές γνώμες βουλιάζουν το καράβι.
Οι πολλοί άρχοντες χαλούν την πόλη.
Όλα τα ᾽χει η Μαριωρή ο φερετζές της λείπει.
Ολημερίς τον άνθρωπο τονέ κρατείς στην πλάτη, το βράδυ τον ξαναβοήθησες και σου 'βγαλε το μάτι.
Ολων των πουλιών το κρέας δεν τρώγεται
Οπ αγαπάς, κατούρησε κι όπου μισείς, κοιμήσου κι όπου πολύ κακό φελάς, κάτσε κουτσανυχίσου.
Οπ' αγαπά στη γειτονιά, έχει περίσσια χάρη, ούτε παπούτσια καταλεί ούτε τον ύπνο χάνει.
Οπ' αγαπήσει κι αρνηθεί, κάλλιο του να πεθάνει, κάλλιο του να ξενιτευτεί, γιατί ζωή δεν κάνει.
Όποιοι φυτεύουν τ᾽αμπέλι δεν πίνουν πάντα κρασί απ᾽αυτό.
Οποιος αγοράζει ό,τι δεν μπορεί, πουλά ό,τι έχει.
Οποιος αγοράζει σύννεφα, πουλάει άνεμο.
Όποιος αέρας κι αν φυσάει, ο μύλος πάντα αλέθει.
Όποιος βρίσκει,χαίρει κι όποιος έχει ξέρει.
Οποιος δεν ξέρει να γδάρει, χαλάει κρέας και τομάρι.
Όποιος δίνει στην ώρα του, δίνει δυο φορές.
Όποιος θέλει ν᾽αγαπήσει θέλει να χασομερήσει.
Οποιος κατηγορεί, θέλει ν' αγοράσει.
Όπου αγαπά γνωρίζεται απ᾽τη περπαρησιά του.
Όπου βλέπεις πολλή αγάπη θα δεις πολλή διαμάχη.
Οσο να διαβάσει η αλεπού τα φιρμάνια τη πήγε το τομάρι της στον ταμπάκη
Οσο φόρτωμα μπορείς, τόσο και να σηκώσεις.
Όταν αγαπά κανείς η ψυχη χορεύει στα μάτια.
Οταν αναποδογυρίσει τ' αμάξι, όλοι δίνου συμβουλές.
Όταν φτάσει ο κόμπος στο χτένι ή ο κόμπος θα κοπεί ή το χτένι θα σπάσει.
Ούτε τσοπάνος στα βουνά ούτε ζευγάς στον καμπο
Ούτε φωνή ούτε ακρόαση.
Παίνευε το βουνό κι αγόραζε στον κάμπο.
Παιδί και γουρούνι, όπως το μάθεις.
Παλιό τ' αμπέλι, λίγο το κρασί σου.
Πέντε Γραικοί, πενήντα κουμάντα.
Πέρασε η βροχή, κάπα δε χρειάζεται
Πέρσι ψόφησε, φέτος βρόμισε
Πέρυσι κάηκε ο λαγός και φέτος μύρισε
Περιγελά το Νικόλα,ώσπου να μπεί στο λιμιώνα.
Πες το πες το το κοπελι.
Ποιός έκανε το φόνο; Εκείνος που 'δωσε το μαχαίρι | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Πολλά 'ναι τα φελούμενα και λίγοι τα κατέχουν.
Πολλά καράβια στο γιαλό χωρίς καραβοκύρη, πολλά σπιτάκια στο χωριό χωρίς το νοικοκύρη.
Πολλά καράβια φεύγουνε, πολλά λιμάνια μένουν.
Πολλά λόγια πολλά ψέματα.
Πολλά μαλλιά στην κεφαλή και λίγη γνώση.
Πόσοι και πόσοι φαίνονται το δέντρο ότι αγαπούνε κι όταν του φάνε τον καρπό, το δέντρο λησμονούνε.
Ποτέ δεν ξέρεις τι μέρα θα ξημερώσει.
Πότε με τα καρύδια του, πότε με το χαλβά του ήφερε την καλόγρια εις τα θεληματά του.
Πότε ο Γιάννης δε μπορεί, πότε ο κώλος του πονεί.
Ποτέ του τράγου το μαλλί δε γίνεται μετάξυ.
Πουλάει μέρα και αγοράζει νύχτα.
Προσπαθεί να κρύψει με το κόσκινο τον ήλιο.
Προσπαθεί να μετρήσει με το κοφίνι την άμμο θάλασσας.
Πρώτα ρώτα την τσέπη σου κι ύστερα αρχίνα τα παζάρια.
Πρώτο παζάρι, καλό παζάρι.
Ρόδα είναι και γυρίζει.
Σ ένα καπέλο δυο κεφάλια δε χωρούνε.
Σ' ένα φέσι δυο κεφάλια δε χωράνε.
Σα δε σ'αρέσει η αλιά, πάρε βούι να γεννα
Σαν δεν ξέρεις να υφάνεις, τα μασούρια τι τα βάνεις;
Σαν κάθεσαι στη θέση σου, κανείς δε σε σηκώνει | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Σε είχα στα όπα-όπα.
Σελάτο βόδι αγόραζε και γάιδαρο καμπούρη,γυναίκα λιανοκαμωτη και χοίρο μακρομούρη.
Σήκω εσύ να κάτσω εγω,πάψε εσύ να πω εγώ.
Σιγά τα αίματα.
Σκυλί που δεν ξέρει να γαβγίζει, σέρνει πίσω του το λύκο.
Σκυλί, γατί και παιδί, όπως το μάθεις, κάνουν.
Σου ρουφούν το αίμα.
Σπέρνει στην άμμο.
Στα ρηχά δεν πλέει το καράβι.
Στάβλοι του Αυγεία.
Στη βράση κολλάει το σίδερο.
Στη στάχτη γράφει, στον ουρανό ταξεύει στη θάλασσα σπέρνει.
Στο νερό γράφει και στην άμμο χτίζει.
Στον καταραμένο τόπο οι μαϊμούδες προεστοί.
Στον πόλεμο της αγάπης, αυτός που το βάζει στα πόδια είναι ο νικητής.
Στον τυφλό, καθρέπτη δεν πουλάνε
Στον τυφλών τη χώρα, μονόφθαλμος βασιλεύυει.
Στου ποταμού την όχθη δε χτίζουν βρύση
Στους τυφλούς βασιλεύει ο μονόφθαλμος.
Στραβός σε πέτρα έκατσε και κει ο κόσμος όλος.
Σύμφωνα με το λαό κι η κυβέρνησή του.
Τ' αυγά δε γίνονται δεμάτια.
Τα δέντρα έχουνε αυτιά και τα χωράφια μάτια
Τα είπα με το «νι» και με το «σίγμα».
Τα λάθη είναι για τους ανθρώπους.
Τα λέει έξω απ’ τα δόντια.
Τα λίγα λόγια ζάχαρη και τα καθόλου μέλι.
Τα λόγια είναι λόγια και τα μακαρόνια είναι φαΐ.
Τα λόγια που λες κρυφά ακούγονται μακριά.
Τα λόγια των πολλών κάνουν τον άνθρωπο τρελό.
Τα ξένα ψεγάδια φαίνονται.
Τα πλούτη αν πάν' ως τα παιδιά, δε φτάνουν ως τα εγγόνια.
Τα πολλά φέρνουν σκοτούρα και τα λίγα ξεγνοιασιά.
Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια.
Τα σάβανα δεν έχουν τσέπες.
Τα στραβά τα βόδια τη νύχτα βοσκάνε
Τα χαμόκλαδα έχουν μάτια κι οι τοίχοι αυτιά
Τέτοια ώρα τέτοια λόγια!
Τέτοια ώρα, τέτοια λόγια!
Την πότισα χούμελη και με πότισε σφακόνερο.
Της καρδιάς το κλειδί ο λόγος το κρατεί
Τι Γιάννης, τι Γιαννάκης...
Τι καπνό φουμάρει;
Τι να κάνει ο κρύος στον παγωμένο!
Τι να κάνει ο κρύος στον παγωμένο.
Τι ωφελεί ο καλός καραβοκύρης σαν δεν έχει καλούς ναύτες;
Το άγριο δέντρο κι ο αγράμματος άνθρωπος προκοπή δεν κάνουν.
Το απελπισμένο καράβι, σε καλό λιμάνι αράζει.
Το γουδί δεν κοπανίζει νερό.
Το ένα χέρι μοναχό δεν μπορεί να χειροκροτήσει.
Το κάρβουνο αναμμένο καίει και σβησμένο μουτσζουρώνει.
Το μάτι βλέπει...κι η καρδιά πιάνει φωτιά.
Το μίσος υποχωρεί μ’ αγάπη.
Το να βλέπεις είναι αντίληψη μα να το αισθάνεσαι είναι αλήθεια
Το να δεις μια φορά κάτι, είναι καλύτερο από το να τ' ακούσεις εκατό φορές
Το νερό δεν κουβαλιέται με το κόσκινο.
Το σίδερο χτυπιέται ζεστό.
Το σπίτι μου είναι καράβι να κινήσει.
Το στραβό και τον καμπούρη τον ισιάζει το κιβούρι.
Το στραβό ξύλο ποτέ δε γίνεται ίσιο.
Το στραβό το ξύλο η φωτιά το σιάζει...
Τον αέρα κυνηγά με το δίχτυ.
Τον αράπη σαπουνίζεις, το σαπούνι χαραμίζεις.
Τον έμαθα να κολύμπά, γυρεύει να με πνίξει.
Τον έχουν του κλότσου και του μπάτσου.
Τον έφεραν απο τον Κοσμά και το Δαμιανό.
Τον ξεδιάντροπο φτύνανε κι έλεγε ψιχαλίζει.
Τον πήρε από το κοπάδι και τον έκαμε άνθρωπο.
Τον στραβό στο Στραβοχώρι πρωτομάστορα τον κάνουν.
Του αγίου του ανάβουν ένα κερί και του διαόλου δυο.
Του αδιάντροπου, όλος ο κόσμος είναι δικός του.
Του κακού καιρού το πουλί, αλλού τρώει και αλλού θωρεί.
Του κόσμου ο περίγελος αναγελά τον κόσμο.
Του Πάνω Κόσμου τ᾽αγαθά στον Πάνω Κόσμο μένουν.
Του χαρτοπαίχτη,του ψαρά, του κυνηγό το πιάτο εφτά φορές ειν᾽αδειανό και μια φορά γεμάτο.
Του χοίρου το μαλλί δε γίνεται μετάξι.
Του ’τριξε τα δόντια.
Τους μαλάκες με το κοσά να τους θερίσεις δεν τελειώνουν.
Τρεις κεφαλές σ' ένα καφκί δεν χωρούν.
Τρία του κόσμου τα κακά και τρία τα αγαθά του: φωτιά,γυναίκα,θάλασσα.
Τσίμπησε ψύλλε, την καμήλα, για να βρεις αφορμή | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ
Τυφλός βελόνα γύρευε μέσα σε αχυρώνα κι ένας κουφός του είπενε- την άκουσα που βρόντα!
Τυφλός βελόνι έψαχνε μέσα στον αχερώνα
Των μικρών παιδιών θέλει χτύπημα κι ο τόπος που θα καθίσουν.
Τ’ άγριο δέντρο κι ο απαίδευτος άνθρωπος προκοπή δεν κάνουν.
Τ’ αγγειά γενήκαν θυμιατά κι οι κοπριές λιβάνι. Των μασκαράδων τα παιδιά γενήκαν καπεταναίοι...
Φέξε μου και γλίστρησα.
Φτάνει κάποτε μια φτερούγα, για να αναποδογυρίσει ένα κάρο | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Φτωχός καπετάνιος, πλούσιο ταξίδι δεν κάνει...
Φωνή λαού, οργή Θεού.
Χάνει ο σκύλος τον αφέντη.
Χίλια στόματα, χίλια λόγια.
Χίλιες οκάδες βούτυρο σε σκύλινο τομάρι
Χώνει τη μύτη του εκεί που δεν πρέπει.
Χωρίς αλεύρι, ψωμί δε γίνεται.
Χωρίς μεσίτρα, κακιά γυναίκα δε γίνεται | ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ®
Χωρίς νερό, ο νερόμυλος δεν αλέθει.
Χωρίς χώμα και νερό,πως ευρεθ' αγγούρι εδώ
Χωρίς ψωμί,χωρίς νερό, παγώνει κι η αγαπή.
Χωρίς λάδι, χωρίς ξύδι, πως θα κάνουμε ταξίδι.
Ψάχνεις το φτερό του λύκου.
Ψώνισε από σβέρκο.
Ψωμί στο μοναστήρι και καλογέροι χίλιοι.
Ψωνίζει λάδι απ' την κορφή, βούτυρο απ'τη μέση και μέλι από τον πάτο.
Ώρα που βρήκες,γάιδαρε, να τρέξεις να βοσκήσεις